βγήκες με φόρεμα Φως
στον βοριά που οι αχτίδες χορεύουν,
να ψάξεις βαθειά
τα συντρίμμια ενός Ήλιου να δέσεις ζεστά
στις παλάμες σου..
Τι κι αν ο αγέρας φυσά και λερώνει το χώμα;
Εσύ απλώνεις το χρώμα και καις
μυρωμένα λουλούδια, μπογιές,
μεθυσμένες σπονδές στο απέραντο Αύριο!
Απέθαντη Άνοιξη,
στ’ άπονα σύνορα..
Γράψε με, σβήσε με, άσε με..
Να γράφω..
Να σβήνω..
Να αφήνω,
χείμαρρους απ’ τα μαλλιά σου να με χτυπούν
αριστερά στο στήθος.